- χρωμοφωτοτυπία
- ηέγχρωμη φωτοτυπία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
χρωμοφωτοτυπία — η, Ν έγχρωμη φωτοτυπία. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρώμα + φωτοτυπία] … Dictionary of Greek